Σκόκο: «Είχα πρόταση από την ΑΕΚ, ήθελα να επιστρέψω και με στεναχωρεί που δεν τα κατάφερα!»
Κατεβασμένες κάλτσες, ένα χαρακτηριστικό τατουάζ να απλώνεται στο δεξί του χέρι, μία διακριτική χαίτη στα μαλλιά. Ένα ολοκληρωμένο προφίλ λατινοαμερικάνικης ποδοσφαιρικής «αλητείας» από άλλη εποχή.
Από εκείνη την Τετάρτη της 18ης Ιουνίου του 2008, όταν ο Νάτσο Σκόκο «πάτησε» για πρώτη φορά στα γραφεία της ΑΕΚ, όλα συνηγορούσαν πως είχε κάτι το μαγικό. Πως ενσάρκωνε τον ορισμό του «joga bonito».
Ήταν αυτός που έκανε τους φίλους της «Ένωσης» να πουν πως βρήκαν τον δικό τους Τζιοβάνι, εκείνο το βράδυ που με ένα κρέμασμα άφηνε «άγαλμα» τον γκολκίπερ της Βασλούι. Ο αρκετά τρελός για να «εκτελέσει» τον Σηφάκη από το κέντρο του Κλεάνθης Βικελίδης στο ντεμπούτο του Μανόλο Χιμένεθ. Αυτός που ανανέωσε το συμβόλαιό του έναν μήνα πριν αποκτήσει το δικαίωμα να διαπραγματευθεί μία μεταγραφή ως ελεύθερος, ώστε να φέρει χρήματα σε ένα ταμείο που άδειαζε ανησυχητικά.
Η φλόγα της επιστροφής δεν σταμάτησε να «καίει». Άπαντες αναγνώριζαν πως είναι εξαιρετικά δύσκολο, αλλά αν συνέβαινε…
«Μου άφησε πικρία που δεν κατάφερα να επιστρέψω στην ΑΕΚ» θα εξομολογηθεί ο Νάτσο Σκόκο στο BN Sports, στην πρώτη του συνέντευξη σε ελληνικό μέσο μετά την απόσυρσή του από τους αγωνιστικούς χώρους, πολλά χρόνια μετά την τελευταία.
Ήταν τέλη του 2021 όταν ανακοίνωνε πως αποχωρεί από την ενεργό δράση και επιβεβαίωνε, εν ολίγοις, πως δεν θα θα ξαναφορέσει τα «κιτρινόμαυρα». Τουλάχιστον, όχι ως ποδοσφαιριστής!
Το πρώτο μέρος μίας συνέντευξης εφ’ όλης της ύλης, που πιάνει το «νήμα» από την ημέρα που έμαθε για το ενδιαφέρον της ΑΕΚ, περνά από τη σχέση του με τους Μπάγεβιτς-Τζιμπούρ-Χιμένεθ, κάνει… στάση στις όμορφες και στις άσχημες στιγμές στα «κιτρινόμαυρα», την πρόταση επιστροφής που δεν ολοκληρώθηκε ποτέ, αυτές από τον Ολυμπιακό και τον Παναθηναϊκό, και καταλήγει στην πιθανότητα να γυρίσει στην «Ένωση» από άλλο πόστο.
*Ένα τεράστιο ευχαριστώ στον Φαμπιάν Σολντίνι για την υπομονή που έδειξε και τη μεσολάβησή του, μα ένα ακόμα μεγαλύτερο στην Μαίρη Κοτρότσιου, που με τη βοήθειά της στη διερμηνεία και τη μετάφραση, εκπλήρωσε ακόμα και τις μεγαλύτερες προσδοκίες που μπορεί να υπήρχαν.
«Όταν έμαθα για την ΑΕΚ, δεν δίστασα στιγμή!»
«Θυμάμαι μέχρι και σήμερα την ημέρα που ενημερώθηκα για το ενδιαφέρον της ΑΕΚ. Βρισκόμουν στο Μεξικό για την καλοκαιρινή προετοιμασία και μου επικοινώνησε ο ατζέντης μου ότι έχω αυτήν την επιλογή, να αγωνιστώ στην Ευρώπη και συγκεκριμένα στην Ελλάδα για λογαριασμό της ΑΕΚ. Γνώριζα κάποια πράγματα για τον σύλλογο και για το ελληνικό πρωτάθλημα, οπότε δεν δίστασα στιγμή».
-Αληθεύει πως χάρισες χρήματα στην Πούμας για να έρθεις στην ΑΕΚ;
«Είναι αλήθεια. Χαρίστηκαν κάποια χρήματα στην πρώην ομάδα μου, για να μην βάλει εμπόδια σε μία μεταγραφή που ήθελα πολύ να πραγματοποιηθεί. Είναι κάτι σύνηθες από την πλευρά των ποδοσφαιριστών. Η πρόθεση μου ήταν ξεκάθαρη από την αρχή. Ήξερα τι ήθελα και τι έπρεπε να κάνω.
Όπως σε άλλες περιπτώσεις, έτσι και στη δική μου, η ομάδα προσπάθησε να πάρει όσο περισσότερα μπορούσε από τη μετακίνησή μου. Οι διαπραγματεύσεις ήταν χρονοβόρες, αλλά τόσο με την επιμονή μου, όσο και με αυτήν της ΑΕΚ, καταλήξαμε σε μία πολύ καλή συμφωνία και για τις δύο πλευρές».
-Υπήρχαν άλλες προτάσεις εκείνη την περίοδο; Ήσουν μόλις 23 ετών.
«Υπήρχαν προτάσεις από άλλες ομάδες, που ίσως αγωνίζονταν και σε καλύτερα πρωταθλήματα. Όταν καλείται κάποιος να λάβει μία τέτοια απόφαση, όμως, συνήθως βάζει στην εξίσωση την οικογένειά του. Σκέφτηκα και αξιολόγησα πολλά πράγματα. Συμβουλεύτηκα κάποιον φίλο του ατζέντη μου, που μου μίλησε με πολύ καλά λόγια για την Αθήνα, την ΑΕΚ και τον κόσμο της, που είναι πάρα πολύ θερμός. Τα ζύγισα όλα και αποφάσισα να έρθω.
Όταν κάποιος βρίσκεται μακριά από μία χώρα, είναι ικανός να αναγνωρίζει μόνο τις καλύτερες ομάδες ενός πρωταθλήματος. Η ΑΕΚ ήταν μέσα σε αυτές. Γνώριζα μερικά πράγματα πριν έρθω, τόσο για την ιστορία, όσο και το ρόστερ της. Είχα επικοινωνία με έναν μεσολαβητή, ο οποίος ήταν Έλληνας και ζει στην Ισπανία, τον Παύλο Διαννή».
«Δεν έπαιξα όσο θα ήθελα δίπλα στον Ριβάλντο – Κόστισε η αποχώρηση Νικολαΐδη και Δώνη»
-Σίγουρα δεν περίμενες να συνυπάρξεις με τον Ριβάλντο, ειδικά στην Ελλάδα.
«Δεν είχαμε τον χρόνο που θα ήθελα να είμαστε μαζί στα γήπεδα. Ωστόσο, τους λίγους μήνες που μοιραστήκαμε, τους απόλαυσα. Έμαθα πολλά πράγματα από εκείνον. Είναι ένας σπουδαίος άνθρωπος και ποδοσφαιριστής, με μία απολύτως δικαιολογημένη παγκόσμια φήμη. Ένας από τους καλύτερους παίκτες που είχε ποτέ η εθνική Βραζιλίας. Ήταν πολύ όμορφη η συνύπαρξή μας, όσο διήρκησε».
-Τα τελευταία χρόνια διαπρέπει ένας συμπατριώτης σου στην ΑΕΚ: ο Σέρχιο Αραούχο. Τι ξέρεις για αυτόν;
«Από τη στιγμή που έφυγα από την ΑΕΚ, συνεχίζω να παρακολουθώ τις εξελίξεις γύρω από την ομάδα. Με χαροποιεί το γεγονός, ότι ένας παίκτης από την Αργεντινή είναι τόσα χρόνια στον σύλλογο, τα πηγαίνει καλά και κερδίζει την αγάπη και την εκτίμηση του κόσμου. Δεν γνωρίζω τον Σέρχιο Αραούχο τόσο καλά, γιατί έχουμε διαφορά ηλικίας και δεν είχαμε την ευκαιρία να συνυπάρξουμε στα γήπεδα της Αργεντινής, αλλά χαίρομαι πολύ για αυτόν».
-Άρα παρακολουθείς τις εξελίξεις της ομάδας.
«Όποτε έχω την ευκαιρία, βλέπω τα ματς της ΑΕΚ, αλλά στην Αργεντινή δεν μεταδίδονται ιδιαίτερα, ούτε αυτά του ελληνικού πρωταθλήματος, ούτε του Κυπέλλου. Παρακολουθώ, όμως, στενά τις κινήσεις της ομάδας, τα αποτελέσματα και στέλνω τη θετική μου ενέργεια και υποστήριξη, για να τα πηγαίνει όσο καλύτερα γίνεται».
-Λίγους μήνες μετά την έλευσή σου, αποχώρησε ο πρόεδρος και ο προπονητής. Πώς βίωσες αυτήν την κατάσταση;
«Ήταν οι άνθρωποι που με εμπιστεύτηκαν πρώτοι. Ο τότε πρόεδρος, Ντέμης Νικολαΐδης, και ο προπονητής, Γιώργος Δώνης. Έδειξαν τεράστιο ενδιαφέρον προς το πρόσωπό μου. Η αποχώρησή τους είχε να κάνει και με τα αποτελέσματα, αφού δεν ήταν αυτά που αναμενόταν ή που παίρναμε αργότερα. Όταν υπάρχουν άσχημα αποτελέσματα, κάποιος αναγκάζεται να αναλάβει την ευθύνη και να πληρώσει για αυτά. Στη δική μας περίπτωση έτυχε να είναι ο πρόεδρος και ο προπονητής. Κάθε αποχώρηση είναι δύσκολη από μία ομάδα, αλλά πράξαμε ως οφείλαμε. Συνηθίσαμε την κατάσταση, εξοικειωθήκαμε με αυτήν και ήρθαν καλύτερες ημέρες».
«Η μολότοφ, η Τούμπα και οι καλύτερες στιγμές μου!»
-Βρήκες ομοιότητες ανάμεσα στο ποδόσφαιρο της Ελλάδας και της Αργεντινής;
«Όταν μου ζητούν να συγκρίνω το ελληνικό ποδόσφαιρο με αυτό της Αργεντινής, πάντοτε αναφέρω το πόσο μοιάζουν μεταξύ τους. Πόσο κοινό είναι το πάθος που έχουν οι οπαδοί των δύο χωρών για το άθλημα. Οι Έλληνες οπαδοί είναι πάντα έντονοι και παθιασμένοι στις αντιδράσεις τους, ειδικά μετά από μεγάλες και βαριές ήττες. Ωστόσο, οι όμορφες στιγμές ήταν πολύ περισσότερες από τις άσχημες».
-Άσχημες, όπως αυτές που ανέφερες πρόσφατα σε μέσο της Αργεντινής;
«Πάντοτε αφηγούμαι αυτήν την ιστορία που τραβάει την προσοχή. Αυτή με τη βόμβα μολότοφ, αλλά και τον σκληρό ημιτελικό στο γήπεδο του ΠΑΟΚ στην Τούμπα, με τη φωτοβολίδα στον Σάχα. Είναι οι δύο πιο έντονες και τρομακτικές στιγμές που έχω ζήσει στην Ελλάδα».
-Από τις τρεις σεζόν στην ΑΕΚ, υπάρχει κάποια που ξεχωρίζεις;
«Η αλήθεια είναι πως τις απόλαυσα όλες. Πέρασα πολύ όμορφα στην ομάδα, αλλά ίσως ξεχωρίζω τη δεύτερη και την τρίτη σεζόν. Στην πρώτη μου κόστισε η προσαρμογή στη χώρα, στην ομάδα και στο ελληνικό ποδόσφαιρο. Από το σημείο, όμως, που άρχισα να προσφέρω το ποδόσφαιρο το οποίο μπορούσα, απόλαυσα την παραμονή μου ακόμα περισσότερο».
-Η καλύτερη και η χειρότερη στιγμή στην ΑΕΚ;
«Υπήρξαν πολλές έντονες στιγμές. Ως χειρότερη θα διάλεγα το γεγονός πως δεν κατακτήσαμε ένα πρωτάθλημα, αλλά και το ότι δεν χαράξαμε μία μεγάλη ευρωπαϊκή πορεία, σε κάποια διοργάνωση. Είναι πράγματα που θα ήθελα να έχω ζήσει, αλλά οι όμορφες στιγμές δεν έλειψαν. Ειδικά τα γκολ σε σημαντικά ματς, όπως με τον Ολυμπιακό και τον Παναθηναϊκό. Ήταν παιχνίδια για τα οποία ζούσε ο κόσμος. Λαχταρούσε μία καλή εμφάνιση. Το καλύτερο σημείο από όλα, όμως, ήταν όταν ο κόσμος φώναζε το όνομά μου».
-Τι γεύση σου άφησε το ελληνικό ποδόσφαιρο;
«Πριν έρθω στην Ελλάδα και την ΑΕΚ, ήξερα μερικά πράγματα για τις καλύτερες ομάδες της χώρας. Παρόλα αυτά, με εξέπληξε θετικά! Υπήρχαν καλοί και σκληροί παίκτες, έμπειροι, και κατά συνέπεια, δυνατές ομάδες. Άλλωστε, η ποιότητα του ποδοσφαίρου της χώρας φαινόταν και στην εθνική ομάδα».
«Διαφορές, αλλά σεβασμός για Μπάγεβιτς» – Το επεισόδιο με Τζιμπούρ!
-Ακούστηκαν πολλά για τη σχέση σου με τον Ντούσαν Μπάγεβιτς. Τελικά ποια είναι η αλήθεια;
«Δεν υπήρξε κάποιο πρόβλημα μαζί του. Ήμουν πάντα ένας παίκτης που σεβόταν τους προπονητές και τη δουλειά τους. Εκείνη την περίοδο, δεν συμμεριζόμουν τις ίδιες απόψεις, αλλά πάντοτε εκτιμούσα τη δουλειά και τις ιδέες του. Άλλωστε, οτιδήποτε πήγαινε καλά σε εκείνον, πήγαινε καλά και σε μένα, την ομάδα και τον οργανισμό. Τον σέβομαι και τον σεβόμουν πάρα πολύ, έστω κι αν δεν συμπίπταμε σε πολλά πράγματα. Ήμουν και είμαι της άποψης πως τα προσωπικά πρέπει να μένουν έξω από το ποδόσφαιρο. Αυτό προσπάθησα να κάνω και τότε».
-Το περιστατικό με τον Τζιμπούρ; Μύθος ή όχι;
«Αυτά τα περιστατικά συμβαίνουν στα αποδυτήρια και καλό είναι να μένουν μέσα σε αυτά. Όσο περίεργο κι αν ακούγεται, βοήθησε στο να βελτιωθούν και να αλλάξουν πολλά πράγματα. Κατάλαβα ότι αυτό που συνέβη δεν ήταν σωστό, αλλά δεν μπορούσα να κάνω κάτι. Συνέβη. Το μόνο που έμενε ήταν να γυρίσω σελίδα. Άλλωστε, μετά ήρθαν καλύτερα αποτελέσματα και στιγμές. Όπως προείπα, αυτά συμβαίνουν στα αποδυτήρια, αλλά πρέπει να μένουν εκεί!».
«Τα πιο όμορφα γκολ και η γλυκόπικρη τρέλα στον τελικό Κυπέλλου»
-Είναι τελείως υποκειμενικό, αλλά ένα γκολ σου ξεχωρίζει. Τι μπορεί να σκέφτηκες και σούταρες από τη σέντρα απέναντι στον Άρη;
«Έχω πάρα πολύ όμορφες αναμνήσεις από εκείνο το γκολ. Τόσο η έδρα του Άρη, όσο και του ΠΑΟΚ, ήταν ιδιαίτερα καυτές. Η αλήθεια είναι πως ήταν μια στιγμή αυτοσχεδιασμού. Είδα την εστία ελεύθερη και δεν δίστασα. Θυμάμαι ακόμη την μπάλα να κατευθύνεται αρχικά προς το κέντρο του τέρματος και εν τέλει, να καταλήγει στην πλαϊνή πλευρά των διχτύων. Ο τερματοφύλακας έκανε μία απόπειρα να αποσοβήσει το γκολ, αλλά δεν τα κατάφερε. Ευτυχώς!»
-Το πιο σημαντικό και το πιο αγαπημένο;
«Ως πιο σημαντικά, θα διάλεγα εκείνα στο ματς-θρίαμβο στην έδρα του Ολυμπιακού. Όχι μόνο σκόραρα, αλλά κερδίσαμε ένα πολύ σημαντικό παιχνίδι. Ένα από τα αγαπημένα μου ήταν αυτό με τον ΠΑΟΚ στο ΟΑΚΑ, αλλά και με τον Αστέρα Τρίπολης στο ίδιο γήπεδο. Βέβαια, δεν μπορώ να αφήσω εκτός εκείνο το ‘κρέμασμα’ με τη Βασλούι ή το απευθείας φάουλ με τον Παναθηναϊκό. Από τη μία χαίρομαι όταν θυμάμαι αυτά τα γκολ, αλλά νιώθω και μία πικρία που δεν καταφέραμε να πάρουμε ένα πρωτάθλημα».
-Φαντάζομαι, κάπως έτσι θα νιώθεις και για τον ατελείωτο τελικό Κυπέλλου με τον Ολυμπιακό το 2009.
«Τον θυμάμαι πάρα πολύ καλά, πολύ έντονα. Δυστυχώς, δεν κατάφεραμε να κατακτήσουμε το Κύπελλο, παρότι ξεκινήσαμε πολύ καλά. Προηγηθήκαμε, ισοφαριστήκαμε, χάναμε για κάποιο διάστημα, ισοφαρίσαμε ξανά. Τρέλα!
Πολύ παράξενο και ιδιαίτερο παιχνίδι, με γλυκόπικρη γεύση. Υπήρχαν στιγμές που πανηγυρίζαμε σαν να πήραμε τον τίτλο και άλλες που ήμασταν απίστευτα απογοητευμένοι. Δεν θυμάμαι πραγματικά πόσα πέναλτι εκτέλεσε η κάθε ομάδα. Δεν πήραμε το Κύπελλο, αλλά παραμένει ως μία πολύ έντονη στιγμή στο μυαλό μου».
-Ξεχώρισες τα γκολ στο Γεώργιος Καραϊσκάκης, όμως. Ήταν η πιο δύσκολη έδρα;
«Νομίζω πως αυτή του ΠΑΟΚ ήταν μία πάρα πολύ δύσκολη έδρα, με έντονη ατμόσφαιρα και φανατικό κοινό. Έχω δώσει κάποια πολύ ιδιαίτερα ματς εκεί, με σκληρές μάχες. Πάντοτε όταν μιλάω για δύσκολες έδρες, θυμάμαι τον ημιτελικό Κυπέλλου Ελλάδας, όταν τους αποκλείσαμε και φύγαμε τρέχοντας για τα αποδυτήρια μετά τη λήξη του αγώνα, αφού ο κόσμος είχε ήδη ξεκινήσει να μπαίνει στο γήπεδο.
Πέραν της έδρας του, ο ΠΑΟΚ αποτελούσε ένα πολύ σκληρό σύνολο, μαζί με τους βασικούς αντιπάλους, τον Ολυμπιακό και τον Παναθηναϊκό. Παρά τη δυσκολία των ντέρμπι, όμως, ήταν τα πιο ενδιαφέροντα ματς. Είναι αυτά που πρέπει να θέλεις να παίξεις, να τα δώσεις όλα και θα σου αφήσουν τις καλύτερες αναμνήσεις».
«Ζήλεψα την κατάκτηση του πρωταθλήματος το 2018!»
-Το μαγικό γκολ απέναντι στον Άρη, το πέτυχες στο ντεμπούτο του Μανόλο Χιμένεθ στον πάγκο της ΑΕΚ. Ποια η γνώμη σου γι’ αυτόν;
«Τεράστιος προπονητής, τον σέβομαι απεριόριστα. Είχαμε μία εξαιρετική σχέση. Με έμαθε πάρα πολλά πράγματα και με έβαλε στη θέση που ένιωσα καλύτερα και κατάφερα να προσφέρω περισσότερα πράγματα στην ομάδα. Ήταν πολύ σημαντικό το γεγονός ότι μιλούσαμε και την ίδια γλώσσα, ώστε να έρθουμε πιο κοντά και να νιώσουμε μεγαλύτερη άνεση και οικειότητα».
-Υπό τις οδηγίες του ήρθε και ένα πρωτάθλημα μετά από 24 χρόνια.
«Όταν ο Χιμένεθ κατάφερε να κατακτήσει το πρωτάθλημα με την ΑΕΚ μετά από τόσα χρόνια, μου δημιουργήθηκε μία υγιής ζήλια προς τους παίκτες που βίωσαν όλα αυτά τα συναισθήματα το 2018. Ήταν ένα απωθημένο για εμένα αυτός ο τίτλος. Παρόλα αυτά, χάρηκα πολύ για τους παίκτες, τον σύλλογο και τον κόσμο, αλλά και για τον Μανόλο Χιμένεθ συγκεκριμένα. Άλλωστε, το πέτυχε σε μία περίοδο που η ΑΕΚ είχε βιώσει πολύ δύσκολες στιγμές. Μόλις λίγα χρόνια πριν είχε επιστρέψει στην πρώτη κατηγορία».
«Πριν από ποδοσφαιριστής, να είσαι άνθρωπος!»: Το συμβόλαιο για να πάρει χρήματα η ΑΕΚ!
-Η ΑΕΚ είχε τον Χιμένεθ στον πάγκο, είχατε κατακτήσει το Κύπελλο Ελλάδας, ωστόσο έφυγες.
«Το πρώτο μου συμβόλαιο με την ΑΕΚ είχε διάρκεια τριών ετών και υπήρχε διάθεση να ανανεώσουμε για άλλα τρία χρόνια. Η διοίκηση μου μετέφερε, όμως, πως υπάρχει σοβαρή οικονομική κρίση στην Ελλάδα και δεν μπορούν να υποστηρίξουν το συμβόλαιό μου. Δεν υπήρχε άλλη λύση από το να φύγω. Είχα διάφορες επιλογές, αλλά επέλεξα την Αλ Αΐν, που εξυπηρετούσε και την ΑΕΚ οικονομικά. Αν δεν υπήρχε η κρίση, θα έμενα».
-Είχες τη δυνατότητα να μην υπογράψεις νέο συμβόλαιο και να φύγεις ως ελεύθερος. Δεν το έκανες.
«Άσχετα από το πόσο καλός είσαι με την μπάλα στο χορτάρι, πρέπει να παραμένεις πάνω από όλα άνθρωπος, να αφήσεις ένα αποτύπωμα στην ομάδα, στους οπαδούς. Η απόφαση αυτή ήταν ένας τρόπος να επιστρέψω τις όμορφες στιγμές και την όμορφη αντιμετώπιση, της οποίας έτυχα, από την ημέρα που ήρθα, όταν μου άνοιξαν μία καινούργια πόρτα».
«Νιώθω πικρία που δεν επέστρεψα!»
-Ο κόσμος σε λάτρεψε και σε λατρεύει ακόμη. Τα δικά σου συναισθήματα;
«Μία δεκαετία σχεδόν. Πολύς καιρός. Από τότε που αποχώρησα από την ΑΕΚ, φυλάω όμορφες αναμνήσεις μέσα μου, αλλά και μία πικρία. Πικρία που δεν επέστρεψα ποτέ, που δεν ξαναφόρεσα την κιτρινόμαυρη φανέλα.
Τόσο όσο έπαιζα στην ΑΕΚ, όσο και αφότου έφυγα, δέχομαι την αγάπη του κόσμου. Όταν δημοσιεύεται μία συνέντευξή μου ή κάποια είδηση που με αφορά, τα σχόλια είναι πολύ θετικά και υποστηρικτικά. Με αυτόν τον τρόπο θα κατάφερνα να επιστρέψω ένα μέρος της αγάπης που εισέπραξα».
«Υπήρξε πρόταση, αλλά… »
-Ακούστηκε πολλές φορές πως σε προσέγγισε η ΑΕΚ. Αληθεύει;
«Υπήρξε πρόταση για να επιστρέψω, αλλά οι συγκυρίες ήταν κακές. Υπήρχαν φορές που μπορούσα εγώ και δεν μπορούσε η ομάδα ή το αντίστροφο. Επομένως πάντοτε υπήρχε η πρόθεση, αλλά ποτέ δεν υπήρξε εύφορο έδαφος.
Δεν τα καταφέραμε να επιστρέψω ξανά. Είναι κάτι το οποίο με στεναχωρεί. Μία εκκρεμότητα που έχει μείνει ανοιχτή».