Ο Μόντσι στην αυτοβιογραφία του: Ο Κριχόβιακ συγκεντρώνει τα περισσότερα Α, έρχεται στην ομάδα μας
Ο… βασιλιάς των μεταγραφών, Μόντσι γράφει στην αυτοβιογραφία του για το νέο μεταγραφικό απόκτημα της ΑΕΚ, Γκρεγκόρζ Κριχόβιακ, υποστηρίζοντας πως συγκέντρωσε τα περισσότερα Α σε σχέση με άλλους παίκτες γι’ αυτό πήρε μεταγραφή για τη Σεβίλλη.
Η ΑΝΑΓΚΗ ΓΙΑ PLAN B (σσ. ο τίτλος του κεφαλαίου)
Ο αμυντικός Ίβιτσα Ντραγκουτίνοβιτς, σύμφωνα με τον πρώην πρόεδρο της Σεβίλλης Χοσέ Μαρία ντελ Νίδο, κόστισε μια περιουσία. Ο Σέρβος έφτασε in extremis στην πόλη για να αντικαταστήσει, ούτε λίγο ούτε πολύ, τον Σέρχιο Ράμος, τον καλύτερο παίκτη που έχουν βγάλει οι ακαδημίες της ομάδας βάσει της εξαιρετικής διαδρομής του. Ο Ράμος αποχώρησε με άσχημο τρόπο από το κλαμπ, αφού πρώτα είχε αγωνιστεί με τη φανέλα των σεβιγιάνων στην πρεμιέρα του ισπανικού πρωταθλήματος τη σεζόν 2005-2006. «Ο Φλορεντίνο Πέρεθ πλήρωσε τη ρήτρα την τελευταία ημέρα των μεταγραφών, κι έτσι έπρεπε να βρούμε στόπερ για να τον αντικαταστήσουμε. Ήταν ένα από τα βράδια που πραγματικά έκλαψα ως τεχνικός διευθυντής» παραδέχεται ο Μόντσι.
Είναι αλήθεια ότι η αποχώρηση του Ράμος ζυμώθηκε στο παρασκήνιο ανάμεσα στον Ντελ Νίδο και τον ομόλογό του της Ρεάλ, με τέτοιο τρόπο όμως που ο ισχυρός άνδρας της Σεβίλλης βρέθηκε στο στόχαστρο των οπαδών.
Ούτε ο Ντελ Νίδο ούτε ο Ράμος ήθελαν να παραδεχθούν δημόσια ότι η επικείμενη μεταγραφή είχε προκαλέσει φθορά στη σχέση τους, για να μην αφήσουν άσχημη εντύπωση στους οπαδούς. Όμως, ο πρόεδρος κινήθηκε επιδέξια, κι έτσι ο ποδοσφαιριστής αποχώρησε με τον χειρότερο δυνατό τρόπο στα μάτια των φίλων της Σεβίλλης. Πιθανώς, ο ισπανός φιλόσοφος Ορτέγκα ι Γκασέτ θα μπορούσε να αναπτύξει ένα ενδιαφέρον επιχείρημα για τη στάση του ατόμου και της μάζας σε ένα τέτοιο ζήτημα, το οποίο εξακολουθεί να πυροδοτεί ένταση όταν ο Ράμος εμφανίζεται στο «Σάντσεθ Πιθχουάν», παρά το γεγονός ότι η παραχώρησή του στους Μαδριλένους γέμισε με πολλά εκατομμύρια ευρώ το ταμείο της ομάδας.
Η ουσία είναι ότι ο Μόντσι είχε ελάχιστες ώρες στη διάθεσή του για να βρει τον αντικαταστάτη του Σέρχιο Ράμος. Ο «εκλεκτός» του ήταν ο Ίβιτσα Ντραγκουτίνοβιτς, του οποίου η απόδοση ήταν εξαιρετική. Ωστόσο, για να είμαστε δίκαιοι, πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι σύμμαχός του αποδείχθηκε ο παράγοντας «τύχη». Εξομολογείται ο Μόντσι: «Δεν πίστευα ότι η Ρεάλ θα προσέφερε τόσα χρήματα, κι έτσι επέλεξα τον Ίβιτσα υπό πίεση χρόνου και λίγο “στα τυφλά”. Στην πραγματικότητα, δεν τον είχα παρακολουθήσει από κοντά! Παραδέχομαι ότι αυτό δεν ήταν πολύ επαγγελματικό εκ μέρους μου, αλλά αποδείχθηκα τυχερός σε εκείνη την απέλπιδα επιλογή μου. Ωστόσο, έμαθα το μάθημά μου και δεν μου συνέβη ξανά να αποχωρήσει παίκτης μας την τελευταία στιγμή και να πιαστώ απροετοίμαστος». Η ειλικρίνειά του είναι άξια συγχαρητηρίων!
Προκύπτουν ορισμένες απορίες αναφορικά με τη διαχείριση που κάνει ο τεχνικός διευθυντής. Ποιο είναι το χρονικό περιθώριο που πρέπει να υπάρχει για γίνει η επεξεργασία μιας λίστας παικτών, οι οποίοι είναι υποψήφιοι να αντικαταστήσουν αυτούς που ίσως αποχωρήσουν; Μέχρι ποιο σημείο πρέπει να προχωρούν οι διαπραγματεύσεις για τις νέες μεταγραφές, ώστε να μη μένουν πίσω από τους ανταγωνιστές; Αρχικά, ας εξετάσουμε την προσέγγιση του Μόντσι ? πώς εστιάζει στον στόχο, πώς αξιολογεί και πώς αποφασίζει ποιον παίκτη θα κλείσει: «Μαζί μου δουλεύουν περισσότεροι από 20 άνθρωποι και έχουμε ολοκληρωμένη εικόνα για κάθε διοργάνωση. Οι πληροφορίες που συλλέγονται μοιράζονται κατά τον εξής τρόπο: κάθε μήνα, οι προπονητές φτιάχνουν το top-11 κάθε τουρνουά και το θέτουν υπό παρακολούθηση. Αυτό συμβαίνει έως τον Δεκέμβριο, που είναι η στιγμή να εντάξουμε εκ νέου πολλούς παίκτες στη βάση δεδομένων μας. Εν συνεχεία, χρησιμοποιούμε φίλτρα για να φτάσουμε στον Απρίλιο με 120 ονόματα, 11 ή 12 για κάθε θέση. Έπειτα εμβαθύνουμε στο προφίλ κάθε ποδοσφαιριστή, συντάσσοντας μια τεχνική-τακτική, οικονομική και προσωπική έκθεση.
Αυτά τα τρία κομμάτια είναι ιδιαίτερα σημαντικά: στο πρώτο μέρος αναλύονται αντικειμενικά ζητήματα, τα οποία αξιολογούνται ως “καλό”, “κακό”, “νορμάλ”, αντί για αριθμητικά ? η κεφαλιά, η πάσα, η χρήση του καλού ποδιού. Από εκεί βγαίνουν τα πρώτα συμπεράσματα ? εάν ο παίκτης “περνά” το πρώτο φίλτρο ή όχι. Κατόπιν, ο ποδοσφαιριστής αξιολογείται σε σχέση με το κόστος της μεταγραφής του και μελετάμε εάν η τιμή του είναι συμφέρουσα. Τέλος, προσπαθούμε να ανακαλύψουμε τι άνθρωπος είναι, τα κίνητρά του, τον τρόπο που δουλεύει στο πλαίσιο της ομάδας, αν ελέγχει το “εγώ” του, την υπευθυνότητά του.
Από αυτούς τους 11 προκύπτουν ορισμένοι “εκλεκτοί”, τους οποίους παρακολουθούμε επισταμένως ? αυτή είναι η δεύτερη φάση της διαδικασίας. Για να ελαχιστοποιήσουμε το περιθώριο λάθους, έως επτά προπονητές τσεκάρουν κάθε ποδοσφαιριστή. Ακολούθως, μένουν οκτώ με 10 παίκτες για κάθε θέση, που κατηγοριοποιούνται από το Α έως το Ε. Ο Α είναι ποδοσφαιριστής που πρέπει να αποκτήσουμε άμεσα, ο Β ένας πολύ ενδιαφέρων παίκτης, τον Γ πρέπει να τον παρακολουθούμε, τον Δ να τον απορρίψουμε και ο Ε είναι αυτός που, όπως συνηθίζω να λέω, οφείλει να αφιερωθεί στις σπουδές του! Όταν μου προτείνουν έναν παίκτη, συνήθως αυτός έχει αξιολογηθεί προηγουμένως από τους συνεργάτες μου. Αυτός που συγκεντρώνει τα περισσότερα Α, όπως, στη δική του περίπτωση, ο Κριχόβιακ, έρχεται στην ομάδα μας».