Θ(ε)ωμάς: Το τελευταίο μου γκολ το θέλω στην “Αγιά Σοφιά”
Τι να γράψεις, αλήθεια, για έναν αθλητή που έγινε σύμβολο μιας ολόκληρης ομάδας, μιας ολόκληρης εποχής!
Πως να συστήσεις, αλήθεια, στους νεότερους έναν ποδοσφαιριστή που ταύτισε το όνομά του με τις πιο χρυσές σελίδες της ιστορίας ενός τεράστιου κλαμπ όπως η ΑΕΚ; Πως να τους εξηγήσεις ότι ένα 17χρονο παιδί μπορούσε να κουβαλάει από τόσο μικρή ηλικία το βάρος της φανέλας ενός συλλόγου όπως ο Πανιώνιος; Η απάντηση είναι απλά… σιωπάς και τον αφήνεις να μιλήσει με τον μοναδικό τρόπο που μια φορά κι έναν καιρό μιλούσε στην μπάλα στο χορτάρι πριν τη στείλει να αναπαυτεί στα αντίπαλα δίχτυα.
Ο ένας και μοναδικός Θωμάς Μαύρος, ο θρυλικός Θ(ε)ωμάς των φίλων της ΑΕΚ συναντά τον Γιώργο Μπιτσικώκο και το sportday.gr, αποκαλύπτει άγνωστες στιγμές της μυθικής του καριέρας και μοιράζεται ένα τελευταίο μεγάλο του ποδοσφαιρικό όνειρο που θα τον δει να φοράει ξανά για μια τελευταία φορά την κιτρινόμαυρη φανέλα της «Ένωσης».
–Ουσιαστικά το πρώτο γήπεδο όπου παίξατε ποδόσφαιρο, ήταν το προαύλιο της εκλησίας “Παναγίτσα” στο Παλαιό Φάληρο.
–Ήταν το λεγόμενο “Μαρακανά”. Ήταν μεγάλο και είχε ένα πεζούλι και ερχόταν κόσμος και μας έβλεπε. Σταματούσαν πολλοί και με το αυτοκίνητό τους. Και το είχαμε βγάλει έτσι. Ήταν η καλύτερη αλάνα εκείνη την εποχή. Πράγματι εκεί ήμουν πρωί, μεσημέρι βράδυ ειδικά το καλοκαίρι και παίζαμε με όλες τις γειτονιές γύρω από το Παλαιό Φάληρο. Παίζαμε εκεί όλα τα καλά παιχνίδια.
–Εκεί καταλάβατε ότι μπορείτε να παίξετε ποδόσφαιρο;
–Ο πατέρας μου μου είχε μεταδώσει την αγάπη για το ποδόσφαιρο, γιατί ήταν και φανατικός ποδοσφαιρόφιλος. Αλλά έβλεπα κι εγώ ότι με το παιχνίδι που έκανα εκεί, αλλά και στις άλλες αλάνες, ότι ξεχώριζα από τα άλλα παιδιά και ότι έφτασα σε ένα σημείο να παίζω με μεγαλύτερους. Ξέρεις το να είσαι 9 χρονών και ο άλλος να είναι 15, υπάρχει τεράστια διαφορά, σώματος, δύναμης, αλλά εγώ έπαιζα με αυτούς. Πολλές φορές όμως δεν με έβαζαν γιατί φοβόντουσαν ότι θα χάσουν. Εκεί κατάλαβα ότι αξίζω. Από την πρώτη στιγμή όμως που κλώτσησα μπάλα, ήθελα να βάζω γκολ. Είχα έρωτα με αυτό. Ούτε άμυνα, ούτε τίποτα. Μόνο γκολ. Είχα και τον πατέρα μου βέβαια που με ρώταγε: “Πόσα έβαλες;”. “Πέντε” του απαντούσα. “Λίγα είναι έπρεπε να βάλεις 8”, μου έλεγε. Μου έμεινε αυτό και δεν ήμουν ικανοποιημένος ποτέ. Αλλά αυτό ήταν καλό γιατί συνέχεια προσπαθούσα να βελτιωθώ.
–Βάζατε στόχους δηλαδή.
–Ναι συνεχώς. Να παίζω με μεγαλύτερους, να το απολαμβάνω, να το χαίρομαι, να το αγαπώ. Μπορώ να πω με σιγουριά πως άνθρωπος που δεν αγαπάει αυτό που κάνει, δεν θα είναι επιτυχημένος ποτέ. Δεν θα καταφέρει ποτέ τα όνειρά του.
–Προπόνηση κάνατε;
–Βέβαια, είχαμε μια αυλή και εγώ μετά το σχολείο πέταγα την τσάντα και έπιανα την μπάλα. Έπαιζα διπλό μόνος μου. Πανιώνιος – Ολυμπιακός και ταυτόχρονα έκανα και περιγραφή. “Μπαίνει ο Σιδέρης, σουτάρει, άουτ η μπάλα. Τώρα η σειρά του Πανιωνίου, κατεβαίνει ο Δέδες, σουτάρει, γκοοοοολ”. Πάντα κέρδιζε ο Πανιώνιος (γέλια).
–Πανιώνιος λοιπόν.
–Βέβαια. Λόγω της περιοχής, αλλά και ο πατέρας μου ήταν και οπαδός της ομάδας. “Πανιωνάρα” ήταν και κάθε Κυριακή μας έπαιρνε με τον συγχωρεμένο τον αδελφό μου και μας πήγαινε γήπεδο. Η μάνα μου ήταν από την Πόλη και είχαμε και προσφυγικές καταβολές. Μετά έγινα και μασκότ της ομάδας από τον Παπουλίδη, μετά σταμάτησα μερικά χρόνια και από τα 15 επέστρεψα στα τσικό. Στα 17,5 πήγα στην Εθνική ομάδα και στα 21 στην ΑΕΚ.
–Ισχύει ότι από εκείνο το απόγευμα που κάνατε ως παιδάκι κεφαλιές με τον αρχηγό του Πανιωνίου τον Τάκη Παπουλίδη, παίξατε και ποδόσφαιρο;
–Αυτή την ερώτηση μου την έχουν ξανακάνει και φίλοι μου. Δεν πιστεύει κανείς ότι τότε εγώ ένα παιδάκι, έπαιζα με ένα “τέρας” όπως ήταν σωματικά ο Τάκης ο Παπουλίδης και κάναμε 65 κεφαλιές. Έχουν δίκιο σε αυτό. Αλλά η αλήθεια είναι ότι κάναμε 65 κεφαλιές και σταματήσαμε, γιατί ο Τάκης μου είπε: “Πήγαινε και πες στον πατέρα σου να σου πάρει μια εμφάνιση του Πανιωνίου και παπούτσια και από δω και πέρα θα βγαίνεις μαζί μου στο γήπεδο. Στο λέω εγώ, ο αρχηγός της ομάδας”.
–Κάνατε και προπόνηση στις κεφαλιές;
–Όπως σου είπα στην αυλή μας γίνονταν όλα. Είχαμε τοίχο κι εγώ έκανα μόνος μου κεφαλιές. Μάλιστα έκανα μια πάνω, μια κάτω και έφτανα ακόμα και τις 200-300. Μετά έκανα πλασέ και μια με το αριστερό, μια με το δεξί, μετά έκανα κοντρόλ. Από αυτή την προπόνηση κατάφερα να κάνω 65 κεφαλιές με τον Παπουλίδη.
–Αυτοδίδακτος δηλαδή;
–Όχι ακριβώς. Ο πατέρας μου μας έκανε κάθε Κυριακή προπόνηση με τον αδελφό μου στις 7 το πρωί. Εγώ όμως έκανα και μόνος μου για να με δει ότι έχω βελτιωθεί, αλλά κι εγώ να είμαι πιο καλός στα παιχνίδια που έπαιζα στην αλάνα. Κάθε μέρα, έκανα προπόνηση και από κει απέκτησα την τεχνική, που είναι το νούμερο 1 για να γίνεις καλός ποδοσφαιριστής. Μεταξύ 6 με 11 χρονών απέκτησα την τεχνική. Αυτό πρέπει να κάνουν όλοι στα παιδιά τους. Να τα βοηθήσουν να αποκτήσουν τεχνική. Θέλει χρόνο, θα κάνουν και λάθη, αλλά πρέπει να τα μάθουν όλα.
O Θωμάς Μαύρος σε συνάντησή του με τον θρυλικό Κέβιν Κίγκαν το 1975
–Αυτό όμως είναι το ένα μέρος. Η τέχνη του γκολ, το ένστικτο του σκόρερ μαθαίνεται ή είναι έμφυτο;
–Ξεκινάει από τη διάθεση. Εγώ ήθελα πάντα να βάζω γκολ. Αν δεν έχεις αυτό, δεν μπορείς να γίνεις σκόρερ. Εάν δεν θέλεις να βάζεις γκολ και να χαίρεσαι που το κάνεις, τότε δεν μπορείς να γίνεις. Εγώ το κυνηγούσα μανιωδώς. Πριν κοιμηθώ το βράδυ, έβλεπα φάσεις. Οτι μου γίνεται σέντρα και πετάγομαι με το κεφάλι και καρφώνω την μπάλα στα δίχτυα. Έτσι κοιμόμουν. Αυτό τι σημαίνει; Τρελή αγάπη για το γκολ. Αυτό είναι σαν μια γλάστρα. Εάν δεν την ποτίζεις, θα ξεραθεί. Αυτό όμως έπρεπε να γίνει και πράξη και εκεί μπαίνει η προπόνηση. Ένας σκόρερ πρέπει να έχει κεφάλι. Εάν δεν έχει κεφάλι μειώνονται τα γκολ. Πρέπει να έχει και τα δύο πόδια. Εάν δεν σουτάρει και με τα δύο, πάλι μειώνονται τα γκολ. Πρέπει να μάθει ότι η περιοχή είναι κλειστός χώρος και πρέπει με τη μια να κάνεις το γκολ και να μην καθυστερείς. Εγώ είχα αυτό. Με τη μια, όπως ερχόταν η μπάλα. Μπορεί να κοιτούσα αλλού, αλλά έστελνα την μπάλα στην άλλη πλευρά. Αυτά όλα ήταν… προπόνηση.
–Είχατε κι άλλο ένα προσόν όμως. “Διαβάζατε” τη φάση όπως λέμε.
–Είναι πολύ σημαντικό, όπως εξελίσσεται μια φάση, να ξέρεις που θα καταλήξει η μπάλα για να κάνεις το γκολ. Είναι μεγάλη υπόθεση να παραπλανήσεις και τον αντίπαλο, ότι θα κινηθείς προς άλλη κατεύθυνση και να πας τελικά εκεί που πρέπει. Όταν δεις τη φάση και “βγαίνει” να πεταχτείς ξαφνικά και να την τελειώσεις. Βέβαια όλα αυτά θέλουν να είσαι κατ’ αρχήν ψύχραιμος. Να μην φοβάσαι ότι θα το χάσεις, γιατί αν γίνει αυτό, θα το χάσεις το γκολ σίγουρα. Ούτε βέβαια να πανηγυρίσεις πριν περάσει η μπάλα τη γραμμή. Πρέπει να είσαι “επαγγελματίας δολοφόνος”. Ψυχρός. Ούτε να πανηγυρίσεις πριν βάλεις το γκολ. Γιατί πρέπει να κάνεις τη δουλειά σου. Αυτή είναι. Αυτό πρέπει να το δουλέψεις πολύ ψυχοπνευματικά.
–Ως επαγγελματίας πόση ώρα προπόνηση κάνατε;
–Δέκα ώρες τουλάχιστον. Έφευγα το πρωί και γυρνούσα το βράδυ. Έκανα την πρωινή με την ομάδα, μετά έτρωγα ένα τοστ ίσα ίσα για το στομάχι μου. Ξάπλωνα μετά στον πάγκο του Πανταζή στη Φιλαδέλφεια. Έλεγα του φροντιστή του Κεραμιδά: “Αν κοιμάμαι έλα να με ξυπνήσεις”. Μια η ώρα έβγαινα μόνος μου και έκανα δύο ώρες ατομική προπόνηση. Έβαζα παιδιά από τους ερασιτέχνες και μου έκαναν σέντρες κι εγώ έκανα τελειώματα. Μετά 3-5 έκανα τη δεύτερη προπόνηση με την ομάδα και μετά δύο ώρες ήμουν στο γυμναστήριο. Ήμουν προπονητής του εαυτού μου. Έκανα βάρη. Ατελείωτα. Έλεγα: “Ποιοί μυς κινούνται όταν τρέχω;”. Έπρεπε να αυξήσω ένταση και δύναμη. Ώμοι, χέρια, τετρακέφαλοι. Τελείωνα με πάγκο, όπου για μένα ήταν ο “βασιλιάς” στα βάρη και σήκωνα 100 κιλά. Αυτό ήταν το μυστικό μου και στα ματς είχα απόλυτη εμπιστοσύνη στο εαυτό μου. Γι αυτό έγραφαν τότε κάποιοι συνάδελφοί σου: “Δύσκολο να χάσει γκολ ο Μαύρος, όταν η μπάλα μπει στην περιοχή”.
–Είπατε πριν ότι ξαπλώνατε και ονειρευόσασταν φάσεις. Είχατε δηλαδή ονειρευτεί και την καριέρα σας;
–Ονειρευόμουν ναι, αλλά τελικά ήταν ακόμα καλύτερη. Είδωλό μου ήταν ο Δέδες στον Πανιώνιο και έλεγα μέσα μου: “Μακάρι να γίνω κι εγώ σαν το Γιώργο και να βάζω τέτοια ωραία γκολ”. Όταν πήγαινα κάρωνα τα μάτια μου πάνω του. Εκτός αυτού όμως πρέπει να είσαι και ταπεινός σαν άνθρωπος. Μην κάνεις ότι είσαι ο θεός. Πρέπει να είσαι “κοντρολαρισμένος”.
–Ακόμα κι όταν ακούς σύνθημα που λέει: “Ποιός, ποιός, ποιός, ο Μαύρος ο θεός”;
-Αυτό όμως το έβγαλε ο κόσμος, όχι εγώ. Εγώ ήμουν απλά υπηρέτης της ΑΕΚ και του κόσμου. Ήθελα να κάνω τον κόσμο χαρούμενο και υπερήφανο και να είχα συμμετάσχει κι εγώ σε αυτή τη χαρά με γκολ. Να κάνω τη δουλειά μου.
–Να γυρίσουμε λίγο στην αρχή. Νέο παιδί μπήκατε στα αποδυτήρια του Πανιωνίου και είδατε κάποιους από τους καλύτερους παίκτες εκείνης της εποχής.
-Αυτό ήταν ουσιαστικά ένα θαύμα. Εγώ από μασκότ της ομάδας, να μπω στα αποδυτήρια και να είμαι πλέον συμπαίκτης με Δέδε, Χάιτα, Αθανασούλα… Δεν μπορούσα να το πιστέψω. Τους αγαπούσα πολύ και με βοήθησαν και πολύ. Μου έδιναν θάρρος, ο Χάιτας, ο Δέδες, ο Σκρέκης, ο Θεοφιλόπουλος. Τους αγαπώ και τους ευχαριστώ.
–Πώς ήταν το πρώτο παιχνίδι όπου μετά την αλάνα, βρεθήκατε ξαφνικά να παίζετε με κόσμο;
-Πάτωσα. Ήταν μάλιστα και σημαδιακό, γιατί ήταν στη Φιλαδέλφεια όπου παίζαμε ΑΕΚ – Πανιώνιος ως έφηβοι. Στα ματς που γίνονταν πριν την έναρξη των μεγάλων. Στο ημίχρονο είχαν έρθει ήδη 15.000 κόσμος. Εγώ πήγαινα πέντε μέτρα δεξιά και πέντε αριστερά. Είχα κομπλάρει τελείως. Προπονητής ήταν ο Ζαρκάδης και με έκανε σωστά αλλαγή.
Ο 17χρονος Θωμάς Μαύρος με τη φανέλα του Πανιωνίου σε παιχνίδι με τον Ολυμπιακό για το πρωτάθλημα της Α’ Εθνικής του 1971
–Σε αντρικό επίπεδο το πρώτο παιχνίδι;
-Ήταν με τον Φωστήρα στη Νέα Σμύρνη, όπου με έκανε αλλαγή ο Μάλετ στο 60. Ούτε και σε αυτό το ματς έκανα τίποτα. Ήμουν και κουρασμένος γιατί είχα παίξει και ματς με την ομάδα των εφήβων και είχα παίξει και όλο το καλοκαίρι στο πρωτάθλημα του ΟΠΑΠ που γίνονταν τότε για τους εφήβους. Είχα κλατάρει. Αλλά για δύο τρεις μήνες ήμουν… οφ. Στο Καραϊσκάκη με τον Εθνικό όμως επανήλθα και κερδίσαμε 3-1 και οι εφημερίδες έγραψαν πρώτη φορά για μένα. Είχα πλέον τρομερή αυτοπεποίθηση και πήγα να πάρω τη “ρεβάνς” για να αποδείξω ότι είμαι καλός. Είχα συμμετοχή τότε και στα τρία γκολ και έτσι καθιερώθηκα. Ο κόσμος από εκείνο το ματς και μετά, όποτε ερχόταν η μπάλα πάνω μου σηκωνόταν για να πανηγυρίσει.
–Πώς ήταν το κεφάλαιο “Πανιώνιος” και ειδικά η ομάδα του 1971;
-Ήμασταν ομαδάρα. Φοβερή. Δεν μπορώ να πω ότι αδικηθήκαμε, γιατί στα δύο παιχνίδια, με τον Εθνικό στη Νέα Σμύρνη και μετά στις Σέρρες όταν πήγαμε, εμείς φταίμε που δεν κερδίσαμε και μας πέρασε η ΑΕΚ και πήρε το πρωτάθλημα. Είχαμε και περισσότερο ενθουσιασμό απ’ ότι έπρεπε, γιατί λέγαμε: “θα μπούμε μέσα, θα βάλουμε τρία γκολ για πλάκα”. Όμως δεν έγινε έτσι. Ήμασταν υπερόπτες και αυτό πληρώσαμε.
O Θωμάς Μαύρος πανηγυρίζει τον θρίαμβο επί της Ατλέτικο Μαδρίτης τον Οκτώβριο του 1971
–Τι θυμάστε από το ιστορικό παιχνίδι με την Ατλέτικο την επόμενη χρονιά;
-Ήταν κάτι το απίστευτο, ειδικά για μένα που ήμουν ένα παιδάκι που από τις αλάνες βρέθηκα να παίζω στην Μαδρίτη μπροστά σε 7-80 χιλιάδες κόσμο. Η ομάδα όμως ήταν τόσο καλή που πήραμε δίκαια την πρόκριση στο Καραϊσκάκη. Έτσι αποδείξαμε και στην Ευρώπη ότι ο Πανιώνιος είναι μια πολύ δυνατή ομάδα.
O Πανιώνιος του 1973 με τον Θωμά Μαύρο πρώτο από δεξιά στην κάτω σειρά
–Να κλείσουμε το “κεφάλαιο Πανιώνιος” γιατί ήσασταν στην ομάδα την περίοδο που είχε αναπτυχθεί η φημολογία περί εμπλοκής του Αλέξανδρου Ωνάση.
–Δεν ήταν φημολογία, αλλά πραγματικότητα. Οι μεγαλύτεροι μου έλεγαν: “Μικρέ ήρθες στην καλύτερη εποχή, γιατί έχει συμφωνήσει προφορικά να πάρει την ομάδα ο Αλέξανδρος”. Μάλιστα έλεγαν ότι θα έβαζε ένα αμύθητο ποσό για την εποχή, 50.000.000 δραχμές. Σκέψου ότι τα ακριβά συμβόλαια ήταν στις 150.000 δραχμές. Σκέψου τι ομάδα θα έφτιαχνε. Όλοι ζούσαμε στο κλίμα αυτό, της έλευσης του Αλέξανδρου, αλλά δεν πρόλαβε. Ήρθε μετά το δυστύχημα και δεν άλλαξε ποτέ σελίδα η ομάδα.
–Δεν άλλαξε σελίδα ο Πανιώνιος, αλλά αλλάξατε εσείς στην καριέρα σας. Να θυμηθούμε εκείνες τις ημέρες;
–Το έχω ξαναπεί. Εάν δεν υπήρχε το οικονομικό πρόβλημα, κανένας παίκτης δεν θα έφευγε ποτέ από τον Πανιώνιο. Το σωματείο αυτό, έχει κάτι το διαφορετικό και ήταν απίστευτο. Αλλά είχα πάει και 21 χρονών και ήθελα κάτι καλύτερο. Έτσι μου έγινε η πρόταση από την ΑΕΚ, εφόσον βέβαια μπορούσα να φύγω από τον Πανιώνιο. Γιατί τότε υπέγραφες το δελτίο και ήσουν πάντοτε παίκτης της ομάδας. Όταν όμως εγώ σε ηλικία 11 χρονών είχα υπογράψει το δελτίο μου, δεν υπήρχε σε αυτό η υπογραφή του πατέρα μου. Βάσει αυτού λοιπόν, μπόρεσαν να μείνω ελεύθερος και να πάω στην ΑΕΚ.
–Πήγατε λοιπόν στην ΑΕΚ, η οποία είχε ξεκινήσει να “χτίζεται”.
–Ο Μπάρλος είχε πάει κανά χρόνο νωρίτερα και γενικά είχε δημιουργηθεί το κλίμα ότι θα φτιάξει μια ΑΕΚ που θα σαρώνει τους τίτλους. Ήταν και η πίεση του κόσμου, που ήθελε τίτλους. Εγώ μαθημένος από τον Πανιώνιο, όπου κι αν έχανες καμιά φορά δεν έτρεχε και τίποτα, έπρεπε να προσαρμοστώ. Στην ΑΕΚ δεν υπήρχε αυτό. Πηγαίναμε για πρωτάθλημα και έπρεπε να το πάρουμε. Αυτό μου “έφαγε” κάποιο διάστημα στην αρχή, μέχρι να προσαρμοστώ. Βέβαια μετά, όπου πηγαίναμε, εχθροί και φίλοι μας αναγνώριζαν ως την καλύτερη ομάδα της Ελλάδος. Αυτό για μένα ήταν η μεγαλύτερη ικανοποίηση.
–Ο Μπάρλος πώς ήταν ως άνθρωπος;
–Φοβερός, πατέρας όλων μας. Ήθελε να μην έχουμε προβλήματα και συνεχώς έλεγε: “Ότι θέλετε εγώ είμαι εδώ”. Δεν έκανε ποτέ παρέμβαση στον προπονητή. Έλεγε: “Ότι πει ο Φάντροκ”. Στα υπόλοιπα βοηθούσε όπως μπορούσε.
–Εκείνη η πορεία στους “4” του ΟΥΕΦΑ;
–Τεράστια η χαρά μας, ειδικά μετά την πρόκριση επί της ΚΠΡ. Μετά βέβαια πέσαμε με τη Γιουβέντους των 11 διεθνών. Αν είχαμε πέσει με οποιαδήποτε άλλη ομάδα θα είχαμε περάσει στον τελικό.
–Πείτε μου για την ομάδα του ’79.
–Μια ομάδα με μεγάλους παίκτες. Μπάγεβιτς, Δομάζος, Αρδίζουγλου, Νικολούδης, Βιέρα. Ειδικά όμως με τον Ντούσκο είχαμε μια άριστη συνεργασία. Είχαμε βρει χημεία και ήξερε ο ένας που θα πάει ο άλλος. Ήξερα και ήξερα που να δώσουμε την μπάλα. Γι αυτό μείναμε στην ιστορία ως το καλύτερο δίδυμο της Ελλάδας, όχι απλά της ΑΕΚ.
–Ζήσατε και την εμπειρία να παίξετε στην Εθνική, την πρώτη φορά που πήγε στο Κύπελλο Εθνών.
–Μεγάλη η χαρά. Βέβαια παίξαμε με Ολλανδία, Γερμανία και Τσεχοσλοβακία και είχαμε τρακ. Οι Ολλανδοί ήταν καλύτερη ομάδα, αλλά παρ όλα αυτά χάσαμε με ανύπαρκτο πέναλτι. Κόντρα στην Τσεχοσλοβακία χάσαμε μεν, αλλά είχαμε παίξει καλά. Και στο τελευταίο ματς κόντρα στη Γερμανία, πήραμε ισοπαλία στο γήπεδο της Γιουβέντους. Ήταν ικανοποιητική η πρώτη εμφάνιση.
–Ξεκίνησε λοιπόν η δεκαετία του 1980, αλλά η ΑΕΚ απουσίασε από τους τίτλους. Τι είχε γίνει τότε;
–Έφυγε ο μεγάλος Λουκάς Μπάρλος και η ΑΕΚ πλέον δεν είχε την οικονομική δυνατότητα να κάνει μεγάλες μεταγραφές. Έτσι έπεσε και το επίπεδο στην ομάδα.
–Της ομάδας μπορεί να έπεσε, όχι όμως και το δικό σας, γιατί ήρθαν οι κλήσεις από Μεικτή Ευρώπης και Κόσμου.
–Το ’81 από τη μεικτή Ευρώπης και το ’84 από τη μεικτή κόσμου. Πιστεύω ότι έγινε και μέσα από τις εμφανίσεις με την ΑΕΚ στο ΟΥΕΦΑ, αλλά και μέσα από το Κύπελλο Ευρώπης με την Εθνική.
–Προτάσεις από το εξωτερικό είχατε;
–Πρώτη ήταν από τον Κόσμο της Νέας Υόρκης το 1980, αλλά δεν ήθελα να πάω και δεν πήγα. Τότε στην ομάδα ήταν ο Μπεκενμπάουερ και ο Κινάλια και είχε πάει και ο Πελέ. Μετά είχα από τη Νάπολι πριν πάει ο Μαραντόνα. Δεν πήγα τότε γιατί δεν είχα μάνατζερ και ήρθε κάποιος όταν ήμασταν στο Εθνών στην Ιταλία και μου είπε βάλε εδώ μια υπογραφή για να πάω στη Νάπολι και να πω πως σε εκπροσωπώ. Εγώ φοβήθηκα γιατί δεν είχα και δικηγόρο μαζί μου. Έπαιρνα τον αδελφό μου που ήταν δικηγόρος, αλλά δεν τον έβρισκα. Του είπα να έρθει στην Ελλάδα σε μια εβδομάδα, αλλά έτσι χάλασε η υπόθεση.
–Άλλη πρόταση;
–Το 1983 από τη Βερόνα. Τότε ήταν να φύγει ο Έλκιερ, ο Δανός και με ήθελαν για αντικαταστάτη του. Όμως εγώ τότε έβαλα μπροστά την ΑΕΚ και είπα: “Ότι πει η ομάδα”. Με ήθελε λοιπόν η ΑΕΚ και με κράτησε.
–Μείνατε λοιπόν στην ΑΕΚ και πετυχαίνετε πολλά γκολ. Το καλύτερο ήταν εκείνο με τις κεφαλιές με τον Σάντμπεργκ που είχε γίνει σήμα και στην “Αθλητική Κυριακή”;
–Ήταν ένα πολύ ωραίο γκολ, θεαματικό. Υπάρχουν όμως άλλα δύσκολα γκολ. Ένα με το Αιγάλεω μου άρεσε πάρα πολύ και είχε γράψει και ένας δημοσιογράφος: “Αυτό το γκολ θα το ζήλευε και ο Πελέ”. Σε βρεγμένο γήπεδο, ο Τσάμης έκανε τη σέντρα. Ο αντίπαλος αμυντικός ήταν δίπλα μου και η μπάλα ήρθε σε ύψος ενός μέτρου. Εγώ πήγαινα παράλληλα με το τέρμα, “τσίμπησα” την μπάλα και όπως έκανε τάκλιν την πέρασα από πάνω του. Πήδηξα κι εγώ από πάνω του και γυρνάω και πιάνω μονοκόμματο. Η μπάλα πήγε στο δοκάρι και έσκασε μέσα. Ήταν πολύ δύσκολο γκολ. Μπορεί να μην ήταν σημαντικό, γιατί είχαμε κερδίσει 4-1 και εγώ είχα κάνει χατ τρικ, αλλά ήταν ποιοτικό γκολ γιατί ήταν βρεγμένη η μπάλα και δύσκολο το γήπεδο.
–Το κοντέρ έγραψε 261 γκολ. Πόσα από αυτά θυμάστε;
–Ήταν παραπάνω, αλλά κάποια δεν μου τα μέτρησαν. Εντάξει δεν μπορώ να τα θυμάμαι όλα. Δεν ξεχνάω βέβαια αυτά με την ΚΠΡ και κάποια γκολ με τον Ολυμπιακό στο “Καραϊσκάκη”, όπως το 1-0 στο κύπελλο. Ήταν μια σέντρα που έπρεπε να την κατεβάσω και είχα και αμυντικό πάνω μου. Έπρεπε να κάνω το γκολ όπως και το έκανα, ή να μου κάνει πέναλτι. Να σου πω όμως κάτι. Όλα τα αγαπάω όπως τα παιδιά μου. Από το πιο δύσκολο έως το πιο εύκολο, όλα τα αγαπάω το ίδιο. Άλλωστε η τροφή μου ήταν το γκολ.
–Φτάνουμε στην ημέρα που φεύγετε από την ΑΕΚ, με Αλέφαντο προπονητή.
–Για κάποιο λόγο που δεν γνωρίζω ήταν τελείως εναντίον μου. Δύο μήνες δεν με έβαζε καθόλου. Μου έκανε προπόνηση το πρωί στον Αρδηττό που ήταν λάθος. Γιατί και το απόγευμα είχαμε προπόνηση και αυτό με κούραζε. Γενικά έδειξε σαν να είχε κάτι εναντίον μου, το οποίο όμως δεν μου το είπε ποτέ. Έφτασε λοιπόν στο σημείο να με κάνει αλλαγή με την Καλαμαριά, ενώ ο Δίντσικος είχε χτυπήσει και ζητούσε αλλαγή. Όμως έβγαλε εμένα για λόγους που εκείνος ήξερε. Εγώ δεν έμαθα ποτέ. Η διοίκηση τότε ασπάσθηκε την άποψή του και είπε: “Ο Μαύρος μεγάλωσε, είναι πλέον 32 χρονών και τελείωσε ως ποδοσφαιριστής”. Ο Θεός να συγχωρέσει την ψυχή του. Αλλά και η διοίκηση είπε ναι: “Δεν είσαι πλέον ο μεγάλος Θωμάς”. Εγώ τους είπα ότι θα αποδείξω μέσα στο γήπεδο εάν έχετε δίκιο εσείς ή εγώ.
–Ποιός σας το είπε;
–Ο ίδιος ο πρόεδρος ο Ζαφειρόπουλος και μάλιστα μου είχε κάνει μια πρόταση να αναλάβω πόστο στις ακαδημίες. Για μένα ήταν μια απρόσμενη κατάσταση γιατί είχα συνδεθεί με τον κόσμο και την ιδέα της ΑΕΚ. Απάντησα φυσικά αρνητικά και πήγα στον Πανιώνιο. Η ΑΕΚ με καταξίωσε, ο Πανιώνιος με ανέδειξε. Ο Πανιώνιος είναι η μάνα μου και η ΑΕΚ η γυναίκα μου. Οι αγάπες αυτές δεν “συγκρούονται”. Η πορεία τους είναι παράλληλη. Το ίδιο αγαπάω και τον Πανιώνιο, το ίδιο και την ΑΕΚ.
–Το αποδείξατε λοιπόν ότι δεν είχατε “τελειώσει” όταν γυρίσατε στον Πανιώνιο.
–Σε τρία χρόνια έβαλα 51 γκολ, βγήκα πρώτος σκόρερ ξανά και έβαλα και γκολ στο κύπελλο που μας έδωσαν το δικαίωμα να παίξουμε στον τελικό. Σκόραρα κόντρα στον ΠΑΟΚ, τον Άρη και διάφορα άλλα. Χάσαμε από έναν καλύτερο – τότε- Παναθηναϊκό. Απέδειξε ποδοσφαιρικά εάν είχα τελειώσει όπως πιστεύανε ή όχι.
–Κοιτώντας πίσω θα αλλάζατε κάτι στην καριέρα σας;
–Σου είπα και προηγουμένως ότι ο Θεός μου έδωσε πράγματα που δεν τα είχα ονειρευτεί ποτέ. Αυτά σκεφτόμουν και το βράδυ με τη Μεικτή Κόσμου στο Νιού Τζέρσεϊ όταν μας έκαναν το τραπέζι. Σκεφτόμουν τις αλάνες, τους φίλους μου που παίζαμε στο δρόμο και βάζαμε πέτρες για δοκάρια και έλεγα: “Δες που είσαι τώρα”. Πραγματικά εκεί ευχαρίστησα το Θεό για όσα μου έδωσε. Έπαιξα σε όλες τις Εθνικές. Σε ηλικία 17,5 χρονών έπαιξα με την Ανδρών κόντρα στην Ολλανδία του Κρόιφ στο Καραϊσκάκη. Μετά σε μεικτή Ευρώπης και μεικτή κόσμου, δηλαδή στην τότε εποχή της Ελλάδας στο ποδόσφαιρο, τι άλλο να ζητούσα;
–Με ποιούς παίξατε τότε ως συμπαίκτες στις μεικτές.
–Στην μεικτή Ευρώπης είχα τον Αντονιόνι, τον Καλτς, τον Μπλαχίν, τον Ζάετς, ο Νίλαζι, ο Κράνκλ. Στη μεικτή κόσμου Μπεκενμπάουερ, Κίγκαν, Σίλτον, Πφαφ.
–Πώς σας έβλεπαν εσάς και τον Χατζηπαναγή; Έλεγαν τι θέλουν εδώ δύο παίκτες από την Ελλάδα;
–Ο Μπεκενμπάουερ με ήξερε γιατί είχαμε παίξει ένα φιλικό ΑΕΚ-Κόσμος στη Νέα Φιλαδέλφεια και με φύλαγε κι όλας. Είχα βάλει τρία γκολ και του είχα περάσει και την μπάλα κάτω από τα πόδια. Όταν πήγα στο μεικτή μου είπε: “Ήρθες τελικά στην Νέα Υόρκη”. Ήξερε ότι μου είχε κάνει πρόταση η ομάδα, αλλά δεν την είχα δεχτεί. Όλοι με αγάπη και με σεβασμό μας δέχτηκαν. Ήταν εκπληκτικά παιδιά. Δεν θα ξεχάσω τον προπονητή της μεικτής, τον Βραζιλιάνο Μεζάι που ήταν προπονητής του Πελέ στη Σάντος. Ήμουν στο γήπεδο με τους Έλληνες στο τέλος και ήρθε και μου είπε: “Συγχαρητήρια ήσουν ο καλύτερος από τους 22” και μου έδωσε την κάρτα του. Το ίδιο έκανε και ο Μπεκενμπάουερ, όταν γυρίσαμε μαζί με τον Μάγκατ από την Νέα Υόρκη στη Γερμανία. Ήταν και η ΑΕΚ εκεί για προετοιμασία. Άκρως τιμητικές στιγμές για μένα.
–Όταν παίξατε μαζί τους νιώθατε να υστερείτε κάπου;
–Πουθενά.
–Άρα τι μπορούμε να πούμε, τι λείπει από τον Έλληνα ποδοσφαιριστή για να έχουμε ένα καλό ποδόσφαιρο.
-Οι επιτυχίες σε διεθνές επίπεδο. Αυτές στρέφουν τα φώτα από το διεθνές στερέωμα.
–Την πληρώσατε την αγάπη σας για την ΑΕΚ;
-Όταν αγαπάς κάτι πάρα πολύ, ότι κι αν σου συμβεί… Πέρασα δύσκολες καταστάσεις τότε ως πρόεδρος της ΑΕΚ. Κινδύνεψα να μπω φυλακή για χρέη της ΑΕΚ και τελικά βέβαια έφυγα ικανοποιημένος ότι βοήθησα την ομάδα με ένα μεγάλο ποσό και σώθηκε και έμεινε στην μεγάλη κατηγορία. Δεν ήθελα να γίνω πρόεδρος, ο κόσμος με πίεσε και με έκανε πρόεδρο. Μετά είδα ότι κάποια πράγματα δεν ήταν σωστά μέσα στη διοίκηση και έτσι έφυγα.
–Έχετε δώσει πάρα πολλές συνεντεύξεις στην καριέρα σας. Υπάρχει μια ερώτηση που θα θέλατε να σας την κάνουν, αλλά κανείς δεν την έχει κάνει;
–Δεν μπορώ να μπω στο πνεύμα του δημοσιογράφου, αλλά έχω ως παράπονο ότι στην Ελλάδα δεν δίνουμε βάση στις μεγάλες διεθνείς διακρίσεις. Δεν το λέω επειδή εγώ πήγα στις μεικτές, αλλά γενικά δεν δίνουμε την προβολή στις μεγάλες διακρίσεις. Τα λένε μεν, αλλά όχι με το βάρος και την αξία που πρέπει. Εγώ πήγα επίσημα να παίξω, με προσκλήσεις από την ΟΥΕΦΑ. Δεν ήταν κάποια ματς όπως αυτά που έδιναν οι φίλοι του Μαραντόνα για παράδειγμα. Με έχουν καλέσει και σε τέτοια και με καλά λεφτά αλλά δεν πήγα. Πήγα στα επίσημα και για μένα αυτό μετράει. Οχι όμως μόνο για μένα, αλλά για την Ελλάδα που δεν είχε τότε την προβολή που έπρεπε. Ακόμα και για την ΑΕΚ και τον Πανιώνιο ήταν τιμή, αλλά δεν δόθηκε η σωστή προβολή.
–Το παιδάκι στο Παλαιό Φάληρο έγινε ο πρώτος σκόρερ όλων των εποχών στην Ελλάδα.
–Ξέρεις τι είναι να βλέπεις ως ball boy τον τιτάνα τον Νεστορίδη και να τον περάσεις στα γκολ; Τον Γιώργο Σιδέρη, τον Γιώργο Δέδε, τον Αντωνιάδη να τους βλέπεις ως παιδάκι και τελικά να τους περάσεις στα γκολ. Είναι πολύ μεγάλο επίτευγμα.
–Δεν σας έχω δει σε αγώνες παλαιμάχων.
–Δεν μπορώ να κάνω αυτά που θέλω. Ούτε να τρέξω, ούτε να κάνω την ντρίμπλα που θέλω. Οπότε καλύτερα να είμαι έξω και να βλέπω. Ή θα παίξουμε σωστά, ή όχι.
–Εάν όμως παίξουν οι παλαίμαχοι της ΑΕΚ στην Αγιά Σοφιά;
–Απίστευτη επιθυμία. Στη γηπεδάρα μας θα παίξω πέντε λεπτά. Να βάλω ένα γκολ γιατί παραπάνω δεν μπορώ. Πιστεύω ότι κάτι θα κάνει για εμάς ο Δημήτρης Μελισσανίδης. Να παίξουμε πέντε λεπτά και να βάλουμε ένα γκολ και να φύγουμε.
–Ουσιαστικά εάν γίνει αυτό θα έχετε ξεκινήσει πριν από 50 χρόνια στο ίδιο γήπεδο σε ματς εφήβων και θα κλείσετε με συμμετοχή σε ματς παλαιμάχων.
–Όλα είναι σημαδιακά. Το πρώτο μου ματς ήταν ΑΕΚ-Πανιώνιος, οι δύο ομάδες που έπαιξα σε όλη μου την καριέρα. Θα είναι σημαντικό και αυτό.
–Όταν γκρεμίστηκε η Φιλαδέλφεια τι νιώσατε;
–Στεναχώρια. Θλίψη. Είναι ιερός τόπος. Όμως τώρα που βλέπω την Αγιά Σοφιά νιώθω συγκίνηση. Εκεί έχουμε παίξει, έχουμε κλάψει, έχουμε πονέσει, αλλά έχουμε χαρεί κι όλας. Όλα είναι συναίσθημα.
–Όταν θα γίνει το πρώτο ματς στην Αγιά Σοφιά από τι ώρα θα πάτε στο γήπεδο;
–Μπορεί να πάω από το πρωί. Να κάνω μια βόλτα σε όλους τους χώρους, να θυμηθώ κάποια μέρη, να δω το Μουσείο και αυτά που έδωσα. Τη φανέλα της μεικτής κόσμου και το αργυρό παπούτσι. Στην ΑΕΚ ανήκουν αυτά, δεν ανήκουν σε μένα. Αυτή με καταξίωσε. Τι να τα κάνω εγώ στο σπίτι;