Η Μιχαέλα Λοϊζίδη έγινε πυγμάχος γιατί δεν μπορούσε να κάνει αλλιώς
Μπαίνοντας στο γυμναστήριο του Ηρακλή Μαντζαβίτζε, που βρίσκεται στο κέντρο της Αθήνας, οι μποξέρ έχουν ξεκινήσει ήδη την προπόνησή τους. Έχουν βάλει τα γάντια, τις μάσκες και τις μασέλες τους και είναι έτοιμοι να «χτυπηθούν». Στον χώρο βρίσκονται ως επί το πλείστον άντρες· με μία εξαίρεση: τη Μιχαέλα Λοϊζίδη, που μπορεί να υπερηφανεύεται πια πως είναι πανελλήνια πρωταθλήτρια νεανίδων στην Ελλάδα. Δίπλα της στο ρινγκ στέκεται ο Βαγγέλης Χατζής, ο προπονητής της, που αποτελεί τον μοναδικό μονόχειρα πυγμάχο στην Ελλάδα και σήμερα έχει αναλάβει να διδάξει το άθλημα σε όσο το δυνατόν περισσότερα παιδιά.
Η ιστορία του Βαγγέλη Χατζή μοιάζει σα να βγήκε από ταινία του Χόλιγουντ. Όταν ήταν ακόμη έμβρυο, σε ηλικία μόλις τριών μηνών, διαγνώστηκε με κακοήθη όγκο και οι γιατροί αποφάσισαν να του κόψουν το μισό δεξί του χέρι, προκειμένου να αποσοβηθεί ο κίνδυνος να χάσει τη ζωή του. Από τα παιδικά του χρόνια αγάπησε το μποξ και άρχιζε να προπονείται. Παρά την αναπηρία του, κατάφερε να γίνει επαγγελματίας πυγμάχος, να πάρει νίκες κόντρα σε αρτιμελείς μποξέρ και να εκπροσωπήσει τη χώρα σε διάφορα διεθνή τουρνουά, αποτελώντας μέχρι σήμερα τον νεότερο προπονητή στην ιστορία της ομάδας μποξ της ΑΕΚ.
Σε μία από τις προπονήσεις του τον συνάντησε η Μιχαέλα Λοϊζίδη και, όπως επισημαίνουν αμφότεροι, η γνωριμία αυτή ήταν καρμική. Η Μιχαέλα ξεκίνησε να ασχολείται με τον αθλητισμό από την ηλικία των τεσσάρων ετών. Δοκίμασε ρυθμική γυμναστική, ταε κβο ντο αλλά κανένα απ’ αυτά δεν την κάλυπτε. Έτσι, λοιπόν, αποφάσισε να τα παρατήσει όλα. Μετά από λίγο καιρό, όμως, κατάλαβε πως η φυσική κατάσταση που τόσο καιρό έχτιζε, είχε χαθεί. Ξεκίνησε να κάνει πυγμαχία ερασιτεχνικά στο γυμναστήριο της γειτονιάς της και εκεί γνώρισε τον προπονητή της με τον οποίο σήμερα είναι αχώριστοι.
«Η Μιχαέλα είναι ένα ιδιαίτερο παιδί. Είναι μια αγωνίστρια της ζωής. Καλείται από μικρή ηλικία να φέρεις εις πέρας πολλά προβλήματα, να σταθεί στη μητέρα της και στα αδέρφια της που είναι πιο μικρά από εκείνη» σημειώνει ο Βαγγέλης Χατζής, τον οποίο η νεαρή πυγμάχος θεωρεί πια οικογένειά της και «δεν πρόκειται να τον αφήσει ποτέ».
Παίζοντας μποξ στη βροχή και στο κρύο
Η Μιχαέλα Λοϊζίδη ξεκίνησε να παίζει μποξ στις 18 Απριλίου 2018. Η μέρα για εκείνη είναι σημαδιακή: είναι τα γενέθλια του πατέρα της που έφυγε από τη ζωή δύο χρόνια αργότερα από πνευμονικό οίδημα. Η πυγμαχία, όμως, ήταν εκεί για να την κάνει να ξεχνά και πάλι τα προβλήματά της.
Όλα, ωστόσο, πάγωσαν με το που έσκασε η πανδημία του κορονοϊού. «Εκεί που πήγαιναν όλα τέλεια και για τη Μιχαέλα και για τα υπόλοιπα παιδιά, ήρθε ο ιός και διέλυσε τα πάντα. Οι αγώνες σταμάτησαν και τα παιδιά είχαν χάσει το κίνητρό τους. Καλώς ή κακώς, όση προπόνηση και αν κανείς, αν δεν παίξεις, δεν κάνεις προετοιμασία, δεν ανεβείς στο ρινγκ, δε χτυπηθείς, δεν έχει νόημα. Οι αγώνες είναι αυτοί που σε εκτοξεύουν και σε κάνουν αθλητή» επισημαίνει ο Βαγγέλης Χατζής, ο οποίος έχει αγωνιστεί από τις ΗΠΑ μέχρι το Λονδίνο.
Αυτό, όμως, δεν ήταν το μόνο πρόβλημα που αντιμετώπισε καθώς τα δύο αυτά χρόνια όλες οι προπονήσεις της Μιχαέλας και των υπόλοιπων μποξέρ της σχολής του γίνονταν σε εξωτερικό χώρο, για την αποφυγή διάδοσης του ιού. Όπως εξηγούν και οι δύο, οι συνθήκες ήταν πολύ σκληρές καθώς υπήρχαν φορές που έκαναν πυγμαχία ακόμη και με κρύο και βροχή. Ήταν, όμως, κι αυτός ένας τρόπος, σύμφωνα με τη Μιχαέλα, για να σκληραγωγηθεί.
Η κανονικότητα, τουλάχιστον όσον αφορά τους αγώνες και τα τουρνουά, έχει επιστρέψει και η ίδια έχει μπει με φόρα. Στόχος, μετά και την κατάκτηση του πανελλήνιου πρωταθλήματος νέων με τη φανέλα της ΑΕΚ, είναι να ενταχθεί στην εθνική ομάδα και να αρχίζει να δίνει αγώνες στο εξωτερικό.
Πρώτα απ’ όλα, όμως, η ίδια θέλει να τα πάει καλά στις πανελλήνιες εξετάσεις και να περάσει στην πολεμική αεροπορία. Αυτός είναι και ο μοναδικός τρόπος για να εξασφαλίσει το μέλλον της και να κυνηγήσει παράλληλα τα όνειρά της στην πυγμαχία. Ο δρόμος, όμως, για να φτάσει ως εκεί είναι πολύ δύσκολος, καθώς η είσοδος στη συγκεκριμένη σχολή εκτός από το διάβασμα απαιτεί και πολύ καλές επιδόσεις στα αθλήματα. Το καθημερινό της πρόγραμμα είναι εξαντλητικό.
Οι οκτάωρες καθημερινές προπονήσεις
«Προλαβαίνω να διαβάσω μόνο το Σαββατοκύριακο. Το πρόγραμμα μου κάθε μέρα είναι το εξής: ξυπνάω στις πέντε, πάω για τρέξιμο, γυρνάω στο σπίτι, κάνω ένα μπάνιο, τρώω, πάω τις αδερφές μου στο σχολείο, πάω και εγώ σχολείο, σχολάω, γυρνάω στο σπίτι, ξεκουράζομαι για μισή ώρα, φεύγω για φροντιστήριο, έρχομαι εδώ και μετά πηγαίνω για στίβο. Είναι γύρω στις οχτώ ώρες προπόνηση κάθε μέρα» παραδέχεται η ίδια.
Οι προπονήσεις, μάλιστα, στο ρινγκ είναι πολύ απαιτητικές γιατί η ίδια παίζει μόνο με αγόρια, καθώς δεν υπάρχει άλλη γυναίκα πυγμάχος στο γυμναστήριο. «Της κάνει καλό γιατί έτσι δουλεύει τη δύναμή της αλλά χρειάζεται και μια γυναίκα για την τεχνική» σημειώνει ο Βαγγέλης Χατζής.
Η μόνη ευκαιρία της Μιχαέλας να αγωνιστεί με γυναίκες είναι στους επίσημους αγώνες. Όπως παρατηρεί, όμως, ο Βαγγέλης Χατζής, ο οποίος εδώ και οχτώ χρόνια έχει δημιουργήσει τη δική του ακαδημία μποξ, η γυναικεία πυγμαχία αρχίζει να εδραιώνεται στη χώρα, καθώς όλο και περισσότερα κορίτσια μπαίνουν στο άθλημα. Τα πράγματα, όμως, δεν ήταν έτσι πριν από μερικές δεκαετίες.
Οι πρώτες αναφορές που έχουμε για την ύπαρξη γυναικών πυγμάχων στην Ελλάδα έρχονται από το μακρινό 1928. Ένας δημοσιογράφος της εφημερίδας Εσπερινή είχε επισκεφτεί τότε τον Σύνδεσμο Πυγμάχων Αθηνών και ανάμεσα στα ογδόντα μέλη του αντίκρισε και τρεις γυναίκες μποξέρ. Την Κοέν, την Αντονοπούλου και την Κούλα Γκιουζέπε. Η ζωή της τελευταίας, μάλιστα, είναι σαν ταινία καθώς, λίγο αφότου κέρδισε τον πρώτο γυναικείο πυγμαχικό αγώνα στην Ελλάδα, αποφάσισε να αποσυρθεί και να ασχοληθεί με την υποκριτική και το τραγούδι, με πιο ξακουστές τις ερμηνείες της στο θέατρο Περοκέ.
Μιχαέλα Λοϊζίδη
Στόχος της Μιχαέλας Λοϊζίδη είναι η συμμετοχή σε Ολυμπιάδα
Την επόμενη μέρα ο δημοσιογράφος έγραψε ένα άρθρο με τίτλο «τρέμε ανδρικόν φύλον» και αναφέρθηκε στην «επιδημία που απειλείς τας Αθήνας» μιας και «οι γυναίκες άρχισαν να μαθαίνουν μποξ». Από εκείνη τη μέρα, όμως, πέρασαν πολλές δεκαετίες μέχρι το άθλημα να πάρει επίσημη υπόσταση στην Ελλάδα. Το πρώτο πανελλήνιο πρωτάθλημα γυναικών πραγματοποιήθηκε το 1998, ενώ η πρώτη διεθνής παρουσία Ελληνίδων πυγμάχων πραγματοποιήθηκε έναν χρόνο πριν στο τουρνουά Ακρόπολις, το οποίο αποτελεί μέχρι σήμερα μία από τις σημαντικές πυγμαχικές διοργανώσεις στη χώρα. Σύμφωνα, μάλιστα, με δημοσιεύματα εφημερίδων που κάλυψαν το γεγονός, το 1997 στην Ελλάδα έπαιζαν μποξ συνολικά 99 γυναίκες.
Σήμερα τα πράγματα είναι καλύτερα, αλλά όπως εξηγεί ο Βαγγέλης Χατζής, η ανάπτυξη της γυναικείας πυγμαχίας θα ήταν πολύ μεγαλύτερη εάν οι σύλλογοι και το κράτος στέκονταν αρωγοί στον αγώνα που δίνουν οι αθλήτριες για να πετύχουν και να κάνουν τα όνειρά τους πραγματικότητα. «Γίνονται κάποιες προσπάθειες να βοηθηθεί η πυγμαχία στην Ελλάδα αλλά δεν είναι εκεί που θα έπρεπε το άθλημα στη χώρα» εξηγεί και συμπληρώνει:
«Στο τελευταίο κύπελλο που συμμετείχαμε στην Αμφιλοχία έπρεπε να πληρώσουμε τα μεταφορικά και τη διαμονή από την τσέπη μας. Η μητέρα της προσπαθεί να κάνει ό,τι καλύτερο μπορεί αλλά πού θα τα βρει να τα πληρώσει όλα αυτά. Και τι να της πω εγώ αυτής της γυναίκας που έχει να μεγαλώσει άλλα τρία παιδιά; Είναι ανεπίτρεπτο το 2022 να πληρώνουν τα παιδιά για να αγωνίζονται. Τα είπε και ο Γιωρίκας Πηλίδης. Αυτό ζητάω μόνο, να μην πληρώνουν» καταλήγει ο Βαγγέλης Χατζής.
Παρά τις δυσκολίες, η Μιχαέλα Λοϊζίδη αγάπα το μποξ, της αρέσει να «παίζει μπουνιές» και θέλει κάποια στιγμή να φτάσει ως την Ολυμπιάδα. Η κουβέντα μας τελειώνει και εμείς τις ευχόμαστε να τα καταφέρει. Δεν τη φοβόμαστε, όμως. Η ίδια άλλωστε έχει αποδείξει πως δεν καταλαβαίνει από εμπόδια.
Πηγή: oneman.gr