Η ΑΕΚ έδειξε πολύ δυνατό μέταλλο με τη δύναμη του γηπέδου
Φουλ γήπεδο και φουλ ατμόσφαιρα. Με μονόδρομο την νίκη και με μονόδρομο το σύστημα και την ενδεκάδα. Έτσι κατέβηκε η ΑΕΚ σε ένα περιβάλλον το οποίο έβραζε από κορωνοϊό και πάθος για μια καλή εμφάνιση, για θέαμα και για γκολ.
Πρώτο μέρος; Ολοκληρωτικός τζίφος. Ο Γιοβάνοβιτς εκμεταλλεύτηκε τον φόβο του Αλμέιδα και κλειδώνοντας το κέντρο, στην ουσία ξεδόντιασε την ομάδα μας. Μια ομάδα που ούτε μπορούσε να πρεσάρει ψηλά, ούτε φυσικά να πάρει τον έλεγχο του κέντρου, ούτε και να πιάσει τους γνωστούς ρυθμούς ανάπτυξης που μας έχει συνηθίσει.
Κι όταν μιλάμε για τζίφο, θα πρέπει να καταλαβαινόμαστε. Το θέαμα ήταν οικτρό και δεν μέτρησα ούτε μία τελική εκατέρωθεν. Τα πάντα αναλώθηκαν σε ένα τακτικό επίπεδο, που τον μεν αντίπαλο τον βόλευε, ενώ εμάς μας γέμιζε ένα άγχος. Χωρίς καμία ανάπτυξη από τον άξονα και με την μπάλα να πηγαίνει στα πλάγια, όπου έπεφταν δυο και τρεις παίκτες του ΠΑΟ επάνω στον δικό μας με προφανή σκοπό την σκοπιμότητα. Και πολύ καλά έκανε ο Γιοβάνοβιτς.
Η ΑΕΚ χοντρικά, δεν ήταν η ομάδα που ξέρουμε. Αν ήθελε και δεν μπόρεσε, τότε σίγουρα ο Γιοβάνοβιτς πήρε την ταυτότητα του δικού μας. Αν δεν ήθελε και κάτι περίμενε τακτικά – τι άραγε, να ανοιχτεί ο ΠΑΟ; – , τότε όλα θα τα δούμε στο δεύτερο μέρος. Όμως μιλώντας γι’ αυτά που είδαμε, τα πάντα γράφονται εδώ παραπάνω. Μια ΑΕΚ αγχωμένη, φοβισμένη, που έμοιαζε πιο πολύ να προσπαθεί να καλύψει την ετοιμότητα του Βίντα και του Σιντιμπέ – σχετικά καλοί ήταν και οι δύο -, ενώ έδειχνε ότι δεν μπορούσε να εκμεταλλευτεί την συνύπαρξη του Σιμάνσκι και του Γιόνσον, ενώ μπροστά ήταν ξεδοντιασμένη.
Δεν μπορώ να αλλάξω την γενική γνώμη μου για το δεύτερο μέρος. Το θέαμα εξακολούθησε να είναι τραγικό με την ΑΕΚ να αρνείται να παίξει μπάλα ( ή να μην μπορεί ) και τον ΠΑΟ να θέλει να κρατήσει έναν πολύ χαμηλό ρυθμό παίζοντας παθητικά και κοιτώντας την ισοπαλία. Το μόνο που μπορώ να πω ότι η ομάδα μας ανέβηκε κάπως παραπάνω σε μέτρα στο γήπεδο κι έδειξε ένα πολύ δυνατό μέταλλο.
Διότι στο δεύτερο μέρος είχαμε ντέρμπι παλαιάς κοπής. Είχαμε αγωνιστές και μονομάχους. Η τακτική η δική μας πήγε ελαφρώς περίπατο, όλοι αναρωτιόμασταν γιατί δεν γίνονται αλλαγές, ενώ όταν έγιναν ψάχναμε να βρούμε γιατί μπήκε μέσα ο Τσούμπερ. Αυτά είναι πάντα τα ερωτήματα στα ντέρμπι. Ξέρουν οι προπονητές και δεν ξέρουμε εμείς; Μπορεί, αν κι εγώ δεν παίζω σε τέτοια φιλοσοφικά ερωτήματα. Είναι πολύ ξεκάθαρα τα πράματα στα μάτια μου.
Έγινε μια διακοπή από κάποιο κροτογόνο. Στο ελεύθερο με το οποίο συνεχίστηκε το παιχνίδι, η μπάλα έφτασε στον Πινέδα και η ΑΕΚ σκόραρε πρακτικά με αυτογκόλ του αντίπαλου τερματοφύλακα. Από εκεί και μετά η ομάδα οπισθοχώρησε κι έψαξε την αντεπίθεση. Την οποίαν και βρήκε αφού γλύτωσε την ισοφάριση μετά από πολλαπλά αμυντικά λάθη. Σε αυτήν την αντεπίθεση κερδήθηκε σούπερ πέναλτι το οποίο φυσικά και έχασε ο Γκαρσία.
Ήταν ένα δεύτερο μέρος δύναμης και κυριαρχίας σε μικρούς χώρους. Με πολλές διακοπές που φυσικά δεν μπορούσαν να δημιουργήσουν σταθερό τέμπο ή κάποιο πεντάλεπτο διάκρισης σε επίπεδο επιθετικό. Αυτό όμως που λέμε άνετα είναι η διάθεση η πνευματική της ΑΕΚ να πάρει το παιχνίδι, οπότε η αυτοθυσία των αθλητών μας ήταν συγκινητική. Κορυφαίος όλων ήταν ο Πινέδα και φυσικά ο Σιμάνσκι, κι από πολύ κοντά ο Βίντα κι ο Σιντιμπέ. Μην ξεχνάμε βέβαια την σούπερ απόκρουση του Αθανασιάδη που μας κράτησε στο παιχνίδι.
Σε αυτό το δεύτερο μέρος είδαμε ότι υπάρχει προσπάθεια χτισίματος μέταλλου. Όπως είδαμε ξανά την δύναμη του γηπέδου. Κρίμα που δεν μπορούμε να μιλήσουμε κι άλλο αγωνιστικά. Όλη η τέχνη θυσιάστηκε στην δύναμη και την σκοπιμότητα. Αυτήν που έκανε τον Αλμέιδα να ρίξει και τρίτο στόπερ. Την ώρα που θα μπορούσαμε να μιλάμε για την ντρίμπλα του Φερνάντες, που για τέτοιες υπήρχε πάντα η ΑΕΚ.